ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΔΣ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΕΘΕΑ
Από την αρχή της ουσιαστικής κρίσης, που ξεκίνησε τον Μάιο του 2010, με την επιβολή του μνημονίου και κατά την διάρκεια των εκλογοαπολογιστικών συνελεύσεων του Συλλόγου εργαζομένων, επισημάνθηκε από πολλές πλευρές του τέως και του νυν ΔΣ, πως το βάρος της επόμενης περιόδου θα έπρεπε να πέσει σε θέματα θεσμικά, κανονισμού εργασίας, αλλά και φαινόμενα αυταρχισμού, αυθαιρεσίας, αδιαφάνειας και παραβίασης συλλογικών και συμφωνημένων διαδικασιών. Παράλληλα, εμφατικά προβλήθηκε η έννοια της ενότητας των εργαζομένων, ως κύριο μέλημα και προστασία από την κοινωνική θύελλα που ερχόταν.
Σε εποχές κρίσης, ανατρέπονται ισορροπίες και βεβαιότητες της προηγούμενης περιόδου και επιστρατεύονται αντανακλαστικά που μπορούν να οδηγήσουν είτε στην αυτοσυντήρηση με χαρακτηριστικά κοινωνικού δαρβινισμού και ατομικισμού, είτε σε μια νέα ανώτερη, ποιοτική και συλλογική σύνθεση της πραγματικότητας. Σε κάθε περίπτωση, αυτό εξαρτάται από το επίπεδο κοινωνικής και πολιτικής συνειδητοποίησης των ανθρώπων μέσα σε κάθε ζωντανό οργανισμό.
Είναι αλήθεια πως τα προηγούμενα χρόνια, διαμορφώθηκε μια ελιτίστικη νοοτροπία τόσο σε επίπεδο Οργανισμού, όσο και εργαζομένων. Τα αξιόλογα αποτελέσματα απεξάρτησης και η διαφάνεια στην οικονομική διαχείριση του Οργανισμού, έλαβαν την μορφή μιας κακώς εννοούμενης «κλινικής ηγεμονίας», εσωστρέφειας και υποτίμησης των υπόλοιπων φορέων απεξάρτησης ή ακόμα και ψυχικής υγείας. Παράλληλα, η έννοια της θεραπείας και οι ευρύτεροι φορείς της, διαμορφώθηκαν μέσα από μια αντι-συνδικαλιστική και αντι-συλλογική νοοτροπία, όπου θεραπεία και συλλογική διεκδίκηση, συχνά, εκλαμβάνονταν ως δυο αντίθετες έννοιες. Η διεκδίκηση αυτή έμοιαζε, να έχει δυο πρόσωπα, ένα συλλογικά συμφωνημένο μέσω διαδικασιών, που αξιοποιούνταν κατά το δοκούν από άτομα και ομάδες, και ένα δεύτερο, που ενώ τοποθετούσε ως βασική αξία την σχέση, την συλλογικότητα και τον «κοινωνικό εξαρτημένο», μέσα σε έναν Οργανισμό κοινωνικής φροντίδας, συχνά κατέληγε σε μια ανταγωνιστική, ατομική διεκδίκηση και καταξίωση, στον περιβάλλον μιας παραδοσιακής οικογενειοκρατίας.
Τα ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά που δημιουργήθηκαν, χωρούσαν τις αντιφάσεις, τις υπερβολές, τα διπλά νοήματα, την σύγχυση σχέσεων, ρόλων και καθηκόντων, με την προϋπόθεση τόσο της διοικητικής, όσο και της οικονομικής ανάπτυξης και των απολαβών. Απέκρυβαν, επίσης, το γεγονός ότι λειτουργούμε εν μέσω μιας κοινωνίας που υποφέρει, και η αναγνώριση ότι η χρηματοδότηση των αμοιβών μας προέρχεται από τους πόρους αυτής της κοινωνίας, του άνεργου ή του αμειβόμενου με τον βασικό των 500 ευρώ δεν είναι απλά θέμα επικοινωνίας αλλά ηθικής.
Η κρίση έδρασε καταλυτικά, απελευθερώνοντας υποβόσκουσες αντιθέσεις, που οι περισσότεροι εργαζόμενοι στον Οργανισμό υποθέταμε ότι υπάρχουν, και οι οποίες καταλάγιαζαν στο προστατευμένο «θερμοκήπιο» του Οργανισμού και της μεγάθυμης αλληλοαποδοχής, που στρεβλά δημιουργούσε η οικονομική ευφορία.
Οι αντιθέσεις αυτές φαίνεται να αφορούν σε: διοικητικούς – θεραπευτές, «επαγγελματίες» – «απόφοιτους», παλιούς – νέους, «τεμπέληδες» – «εργατικούς», υψηλόμισθους – χαμηλόμισθους, «άξιους» – «ανάξιους», «χρήσιμους» – «άχρηστους», προϊστάμενους – υφιστάμενους, ΟΚΑΝΑ – ΚΕΘΕΑ, ΔΣ Συλλόγου εργαζομένων – Γενική Συνέλευση, κ.α.
Το ΔΣ του Συλλόγου εργαζομένων, αναγνωρίζοντας τα παραπάνω, έθεσε ως κυρίαρχη ενοποιητική γραμμή – σε εποχή πρωτοφανούς κρίσης – την αποδοχή της ταυτότητας του εργαζομένου, ως μέλος μιας ευρύτερης κοινωνίας που αγωνίζεται, ενάντια σε μια πρωτόγνωρη επίθεση του κεφαλαίου και των μηχανισμών της εξάρτησης – κατοχής.
Η ισορροπία των προηγούμενων ετών, αποδείχτηκε μια ισορροπία τρόμου στηριζόμενη σε ένα άτυπο διοικητικό και εργασιακό συμβόλαιο συμβιβαστικής συναίνεσης και αμοιβαίων παραχωρήσεων στην κορυφή της διοικητικής πυραμίδας, σε μια εποχή που οι όποιοι κλυδωνισμοί και αντιπαραθέσεις αμβλύνονταν, καθώς το εξωτερικό περιβάλλον ήταν ασφαλές και μπορούσε να παρέχει εξέλιξη, κύρος και οικονομικές αυξήσεις. Παράλληλα, σε πολλές περιπτώσεις η «ισορροπία» αυτή, κατέβαινε και προς τα κάτω στην ιεραρχική κλίμακα, διαπερνώντας, ανάλογα και κατά περίπτωση, την έως ενός σημείου στρεβλή ανάπτυξη του Οργανισμού.
Το πολυνομοσχέδιο του Οκτωβρίου του 2011, ήρθε να ανατρέψει βίαια την παραπάνω κατάσταση και να δημιουργήσει νέες αντιφάσεις και στρεβλώσεις στην θέση των παλιών, διαφορετικές ανισότητες και τραγικές οικονομικές απώλειες, αλλά και νέες ισορροπίες που μπορεί από πολλούς να θεωρήθηκαν ως αποκατάσταση «αδικιών» που προϋπήρχαν. Για παράδειγμα, η εισαγωγή των εκπαιδευτικών κατηγοριών μπορεί να θεωρήθηκε από συναδέλφους ως μια «διαρθρωτική» αλλαγή που έπρεπε να έχει γίνει από καιρό. Η πλευρά αυτή βέβαια, λησμονά το θεραπευτικό μοντέλο του ΚΕΘΕΑ και την καινοτομική και πρωτοπόρα – για την εποχή εκείνη τουλάχιστον – οπτική της συνολικής λύσης του προβλήματος της εξάρτησης, μέσα από το θετικό παράδειγμα και πρότυπο του απεξαρτημένου, ή την θεραπευτική επικοινωνία και σχέση με κάποιον επαγγελματία με πτυχίο, ακόμα και αν δεν σχετιζόταν με ανθρωπιστικές επιστήμες.
Από την άλλη πλευρά, οι εργαζόμενοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, διατυπώνουν την παραπάνω άποψη, ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Φορέα και εμμένουν στην λογική: «ίδια δουλειά, ίδια αμοιβή». Και εδώ όμως στην συνολική κριτική τους, δεν συμπεριλαμβάνεται εμφατικά το γεγονός, πως η πλειοψηφία, τουλάχιστον, των συναδέλφων, συμφώνησε στην εξαίρεση των εργαζομένων ΔΕ, από τις διατάξεις του Πολυνομοσχεδίου και την υπαγωγή τους στην κατηγορία ΤΕ, γεγονός που θα εξασφαλιστεί με μια αναδιανομή του μισθολογικού κόστους στον Οργανισμό.
Τα μέσα αντίδρασης ως αυτοσκοπός
Οι προτροπές για δυναμικές κινητοποιήσεις εντός του Οργανισμού, – αξιολογώντας ελάχιστα το εξωτερικό περιβάλλον και τις θεσμικές αναδιαρθρώσεις που συνεχίζει να επαγγέλλεται η νέα μνημονιακή κυβέρνηση – είναι γοητευτικές και μαξιμαλιστικές και διαθέτουν εν δυνάμει την ορμή να αλλάξουν άρδην μια κατάσταση. Το ζητούμενο είναι η κατεύθυνση, ο στόχος, οι διεκδικήσεις, το υποκείμενο που θα τις πραγματοποιήσει αλλά και η μαζικότητα. Είναι πιθανό το ενδεχόμενο, οι εργαζόμενοι που τους ενώνει ο κοινός τρόπος αντίδρασης ως αυτοσκοπός ή η δίκαιη συναισθηματική αντίδραση, να συνειδητοποιήσουν, πως οι διεκδικήσεις τους δεν τέμνονται, ούτε ταυτίζονται. Αντίθετα, μπορεί να τους φέρνουν σε αντίθετες αφετηρίες κλαδικής διεκδίκησης.
Παράλληλα, το τελευταίο διάστημα, παρακολουθούμε την κατάθεση απόψεων, οι οποίες ενημερώνουν για το “τέλος των παραδοσιακών τρόπων διεκδίκησης”. Σύμφωνοι. Κανείς από εμάς δεν πρόκειται να σταθεί εμπόδιο στην έλευση της νέας εποχής, αλλά φορέας του νέου δεν είναι όποιος αυτοαναγορεύεται έτσι.
Ο Σύλλογος Εργαζομένων έχει την δική του διαδρομή και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να ζητά την αυτοαναίρεση του, ειδικά όταν στις θεσπισμένες λειτουργίες του προβλέπεται ο ρόλος των συνελεύσεων ως ανώτατου οργάνου. Η λειτουργία του σωματείου, ως αμεσοδημοκρατικός θεσμός εξασφαλίζει τις διαδικασίες ελέγχου προσώπων και διαδικασιών, και σε αυτό το πεδίο καλούμε όσους συναδέλφους κρίνουν ότι μπορούν να συνεισφέρουν. Βρισκόμαστε στο ΔΣ έχοντας παρουσιάσει, μια εμφατική επιμονή στην ενότητα των εργαζομένων και στην υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών. Επομένως, όταν, για παράδειγμα, ακούγονται φωνές για “περιττούς” και επιλεκτικές μειώσεις μισθών δεν μπορούμε απλά να κλείσουμε τα μάτια και τα αυτιά. Το πρόβλημα είναι ότι παρουσιάζονται κάποιες απόψεις – θέσεις, χωρίς οι εμπνευστές τους να προτείνουν συγκεκριμένες πρακτικές περιγραφές εφαρμογής τους, χωρίς να μας εξηγούν καθαρά “που πάει” η λογική τους.
Κατανοούμε απόλυτα τις ανησυχίες που εκφράζονται με διαφορετικούς τρόπους και κινήσεις και προτείνουμε στους συναδέλφους που τις εκφράζουν, την συμμετοχή τους σε μαζικές διαδικασίες και την ανάληψη από μέρους τους όλων εκείνων των πρωτοβουλιών που θεωρούν ότι θα βελτιώσουν την κατάσταση στο εσωτερικό του Οργανισμού. Η εμπλοκή των εργαζομένων χωρίς διαμεσολάβηση στη διαχείριση των θεμάτων που τους αφορούν είναι άλλωστε κάτι που εδώ και καιρό επιμένουμε –στο πλαίσιο των Γενικών Συνελεύσεων του Συλλόγου – ότι είναι απαραίτητο.
Θεωρούμε πως η κρίση, που επηρεάζει το εσωτερικό του ΚΕΘΕΑ, θα ξεπεραστεί είτε με βήμα προς τα πίσω, είτε με βήμα προς τα εμπρός. Το όποιο βήμα προς τα εμπρός, μπορεί να δημιουργηθεί, αν αξιοποιήσουμε τα θετικά και δυναμικά στοιχεία που διαθέτουν οι εργαζόμενοι του ΚΕΘΕΑ – παρ’όλες τις αντιφάσεις και τις στρεβλώσεις ή το συναισθηματικό βάρος της αδικίας και της οργής – στοιχεία που είναι η επαγγελματική αξιοπιστία και δέσμευση, η απεριόριστη φροντίδα για τους ανθρώπους που στηρίζουμε και η διαρκής αναζήτηση της ωριμότητας.
Η ενότητα των εργαζόμενων δεν είναι μονάχα μια διαχρονική αυταξία. Στους καιρούς που έρχονται τα διακυβεύματα θα είναι η ένταξη όλων στο λειτουργικό και εργασιακό καθεστώς του Δημόσιου τομέα, από τις συγχωνεύσεις – καταργήσεις οργανισμών ως την γενικευμένη ένταξη στο μισθολόγιο του στενού δημόσιου. Η αντίσταση σε τέτοιου τύπου εξελίξεις απαιτεί το μέγιστο των εσωτερικών και εξωτερικών συμμαχιών.
Ανακεφαλαιώνοντας, θεωρούμε ανάγκη, να :
– Ακουστούν οι διαφορετικές φωνές και απόψεις που ζητούν χώρο έκφρασης
– Να διαμορφωθεί ένα πολιτικό πεδίο διαλόγου και καθορισμού βασικών αρχών ανάμεσα στους εργαζόμενους, καθώς οι αξίες και οι προτεραιότητες της προηγούμενης περιόδου, πιθανά να χάνουν το κοινά συμφωνημένο αυτονόητο της ύπαρξής τους.
– Να δρομολογήσουμε εξελίξεις σύνθεσης προς κάτι νέο, με τέτοιο τρόπο και πολιτισμό, όπως αρμόζει σε έναν Οργανισμό θεραπείας, που ευαγγελίζεται πως αντιπαραθέτει τις αξίες της διαφάνειας, του διαλόγου, των συμμετοχικών αποφάσεων, της έντιμης μάχη και διεκδίκησης, ενάντια στο παρασκήνιο, τους υπόγειους διαγκωνισμούς, τα υποσυστήματα εξουσίας, τις σχέσεις συμφέροντος και την συκοφαντία.
Για τον λόγο αυτό προτείνουμε:
α. την άμεση ανάληψη από τον Διευθυντή ΚΕΘΕΑ της ευθύνης που του αναλογεί, ως προς την ενημέρωση του προσωπικού με την επιλογή της διαδικασίας εκείνης που θα βοηθήσει την διαφάνεια και την διεργασία.
β. την σύγκλιση Γενικών Συνελεύσεων του Συλλόγου Εργαζομένων, σε χρονικό ορίζοντα σύντομο αλλά και επαρκή (πρώτο 10ήμερο του Σεπτέμβρη), ώστε να κατατεθούν συγκεκριμένες εισηγήσεις και προτάσεις. Στόχος είναι η έναρξη ζυμώσεων και συζητήσεων, που θα καταλήγουν στην διεκδίκηση της ΣΣΕ, αφού τεθούν στην κρίση και στην σύνθεση των εργαζομένων, οι γενικές αρχές και η αρχιτεκτονική των όποιων μισθολογικών αλλαγών, λαμβάνοντας υπόψη και το εξωτερικό θεσμικό περιβάλλον.
O Πρόεδρος Ο Γραμματέας
Θανάσης Τζιούμπας Τάκης Χαλδαίος