Αποφάσεις του Συλλόγου
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου, με βάση τις ομόφωνες αποφάσεις των Συνελεύσεων των εργαζομένων, αντιδρώντας στην ακινησία της πολιτικής του Οργανισμού για το προσωπικό του, την αποτελμάτωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και στους κινδύνους που προκύπτουν για το ΚΕΘΕΑ εξαιτίας τους, αποφάσισε να προχωρήσει στις παρακάτω ενέργειες:
α) Την κήρυξη 24ωρης απεργίας στις 14 Φεβρουαρίου σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την παρελκυστική στάση της Διεύθυνσης στη διαδικασία των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την de facto διακοπή τους με ταυτόχρονη δημοσιοποίηση των θέσεών του.
β) Στο πλαίσιο αυτό καλεί τους εργαζόμενους να σταματήσουν να συμμετέχουν στις διαδικασίες αξιολόγησης. Ενός συστήματος αξιολόγησης, το οποίο έχει χάσει κάθε σημασία και βρίσκεται σε καθολική ανυποληψία ως τέτοιο. Απαιτώντας, ταυτόχρονα την θέσπιση ενός ουσιαστικού συστήματος με βάση τις αρχές που έχει προτείνει και σε συμφωνία με την απόφαση του ΣΠΟΚ για την πολιτική προσωπικού.
γ) Καλεί τον Διευθυντή και το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού, το οποίο έχει και την ευθύνη για την εσωτερική λειτουργία του ΚΕΘΕΑ, να επανέλθει στο διάλογο με τους εκπροσώπους των εργαζομένων για την υπογραφή των Συμβάσεων Εργασίας και Κανονισμού Λειτουργίας.
Η απόφασή μας αυτή δεν έρχεται τυχαία. Προκύπτει από μια σειρά γεγονότων και καταστάσεων με αφετηρία την παρέμβαση που πραγματοποιήσαμε στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΕΘΕΑ, το περασμένο καλοκαίρι, με βάση τις θέσεις του Συλλόγου για την κατάσταση των εργαζομένων και την στάση εργασίας στον Οργανισμό:
Η κατάσταση των εργαζομένων
Μετά την συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΕΘΕΑ το καλοκαίρι , αποχωρήσαμε, περιμένοντας σύντομα μιαν απάντηση στα όσα είχαν τεθεί από τον Οργανισμό. Ωστόσο καμιά απάντηση δεν λάβαμε και τίποτα δεν άλλαξε στην αντιμετώπιση των εργαζομένων.
Απεναντίας, πολλοί συνάδελφοι συνεχίζουν να ψάχνουν τρόπους να εγκαταλείψουν το ΚΕΘΕΑ με το τελευταίο να προσπαθεί να τους εμποδίσει μη αναρτώντας στην πλατφόρμα της κινητικότητας τα δεδομένα τους και με νομικές ερμηνείες περί παραϊατρικού προσωπικού! Η ίδια τακτική από την άλλη, εμποδίζει την επιθυμία επαγγελματιών ανθρωπιστικών σπουδών σε άλλους τομείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, να επιλέξουν το ΚΕΘΕΑ, ως πιθανή κινητικότητά τους. Κάτι που έστω και με τον τρόπο αυτόν, θα μπορούσε να μειώσει το κενό από την αποχώρηση συναδέλφων. Το παράδοξο εδώ είναι ότι απουσιάζει η οποιαδήποτε διαδικασία διερεύνησης του γιατί οι εργαζόμενοι θέλουν να φύγουν και, συνακόλουθα, η υλοποίηση μιας σχεδιασμένης πολιτικής συγκράτησης του προσωπικού.
Τουναντίον, απέναντι στους εργαζόμενους, καταγράφονται δύο βασικοί άξονες άσκησης πολιτικής προσωπικού:
α) Ο συστηματικός και ρητά διακηρυγμένος διαχωρισμός του προσωπικού με όλους τους δυνατούς τρόπους, με επιλογή του Οργανισμού και σε αντίθεση με την εκφρασμένη θέληση των εργαζομένων.
β) Η συστηματική επιλογή της δυσμενέστερης δυνατής ερμηνείας για τους εργαζόμενους, οποιουδήποτε νόμου κανονισμού ή εγκυκλίου τους αφορά. Και πάλι με επιλογή του Οργανισμού.
Η παραπάνω πολιτική εφαρμόζεται σε ένα πλαίσιο προφορικών ερμηνειών και εντολών, οι οποίες είτε δεν καταγράφονται ποτέ, είτε τροποποιούνται όταν η καταγραφή τους καθίσταται αναγκαία.
Την ίδια στιγμή, μονάδες, αποψιλώνονται μέσα σε αμήχανη παρατήρηση των αρμοδίων, άλλες δομές αναδιαρθρώνονται, άλλες αργοσβήνουν, άλλες «τακτοποιούνται», άλλες αναπτύσσονται με δεκανίκια, ακολουθώντας ένα δυσανάγνωστο από τους αμύητους σχέδιο.
Συλλογικές διαπραγματεύσεις
Σε πρόσφατη συνάντηση, ο Σύλλογος δέχτηκε από την πλευρά της Διεύθυνσης, πρόταση για προσφυγή από κοινού στον ΟΜΕΔ με το επιχείρημα ότι η διαπραγμάτευση έχει φτάσει σε αδιέξοδο και για να αρθεί δεν μας μένει άλλο από το να ζητήσουμε εξωτερική βοήθεια. Στο αίτημά μας να καταγράψουμε τα σημεία συμφωνίας όπως και αυτά στα οποία διαφωνούμε, ώστε να καταφύγουμε στον ΟΜΕΔ για αυτά που διαφωνούμε, η απάντηση ήταν αρνητική. Η θέση της Διεύθυνσης είναι πως ο διάλογος έχει εξαντληθεί.
Το ΔΣ του Συλλόγου Εργαζομένων, αξιολογεί πως, από τη στιγμή που δεν υπάρχει καταγεγραμμένο πλαίσιο συνεννόησης για το που συμφωνούμε και για ποια ζητήματα προσφεύγουμε, δεν υφίσταται θέμα από κοινού προσφυγής στον ΟΜΕΔ με τη Διεύθυνση.
Πολύ περισσότερο, θεωρεί τη στάση της Διεύθυνσης μέχρι σήμερα παρελκυστική, καθώς αρνείται κατηγορηματικά τα σημεία που αρνείται να συζητήσει και εκφράζει εξαιρετικά αόριστα τη συμφωνία της με όσα θα μπορούσε να συζητήσει. Η δε συστηματική άρνηση να καταθέσει εγγράφως τις προτάσεις της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αξιολογείται ως μειωτική της όλης διαδικασίας και των εκπροσώπων των εργαζομένων.
Η θέση του Συλλόγου
Ο Σύλλογος Εργαζομένων είναι, σε αυτό το πλαίσιο, υποχρεωμένος να θεωρήσει ότι έχει κλείσει η παρούσα φάση της συλλογικής διαπραγμάτευσης και, μετά και την ομόφωνη έγκριση των συνελεύσεων των εργαζομένων, οφείλει να επανεξετάσει τη στάση του για την υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης και Κανονισμού Εργασίας.
Επιβεβαιώνουμε την σταθερή μας επιλογή για την αναγκαιότητα υπογραφής Σύμβασης και Κανονισμού Εργασίας που θα καλύπτει το σύνολο των εργαζομένων, ανεξάρτητα από το είδος της σύμβασης εργασίας με την οποία εντάσσονται στον Οργανισμό, ως θέση αρχής.
Διεκδικούμε, μέσω των Συμβάσεων, την αποσαφήνιση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των εργαζομένων και της διοίκησης καθώς και των διαδικασιών του οργανισμού.
Για αυτό τον λόγο, εστιάζουμε στην αναβάθμιση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Υπηρεσιακών Θεμάτων σε ανεξάρτητο δευτεροβάθμιο αποφασιστικό όργανο που θα εξετάζει τις ενστάσεις σχετικά με την ορθή εφαρμογή του Κανονισμού Εργασίας. Η ύπαρξη ενός τέτοιου οργάνου είναι η μόνη που μπορεί να εγγυηθεί θεσμικά την όσο το δυνατόν ορθότερη λειτουργία του Κανονισμού. Αντικειμενικά, αυτή τη στιγμή έχουμε έναν κανονισμό, η εφαρμογή του οποίου επαφίεται στην ευχέρεια και την κρίση της Διεύθυνσης, η οποία, ταυτόχρονα, δεσμεύεται από αυτόν. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως είναι παράδοξο το όργανο με τη μεγαλύτερη ισχύ, που εκδίδει το σύνολο των αποφάσεων, να αποφασίζει και για την ορθότητά τους.
Διεκδικούμε ένα σύγχρονο, σοβαρό, διαυγές και αξιόπιστο σύστημα επιλογής προϊσταμένων ο οποίο θα μεριμνά για την ισότιμη μεταχείριση όλων των εργαζομένων με συγκεκριμένα κριτήρια και διαδικασίες. Το παρόν σύστημα, κατά γενική ομολογία και χωρίς καμία διάθεση να αμφισβητήσουμε την καλή πίστη των συναδέλφων που συμμετέχουν στις επιτροπές, δεν πείθει κανέναν.
Διεκδικούμε ένα αμφίδρομο, ουσιαστικό και λειτουργικό σύστημα αξιολόγησης με σκοπό την ενίσχυση των εργαζομένων που να περιλαμβάνει συγκεκριμένα και ξεκάθαρα κριτήρια και διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης διαδικασιών επίλυσης διαφορών κατά την αξιολόγηση.
Δεν θέλουμε να παραλείψουμε ή να υποτιμήσουμε τα πολλά άλλα ζητήματα που θεωρούμε ότι χρειάζονται ρύθμιση και περιλαμβάνονται στις προτάσεις μας για τη Σύμβαση και τον Κανονισμό Εργασίας όπως, τυχαία παραδείγματα, τη ρύθμιση των όρων εργασίας κατά την τηλεφωνική εφημερία, τις συνθήκες εργασίας και το ζήτημα των επαγγελματικής ταυτότητας του προσωπικού θεραπείας ή το επαγγελματικό status και τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών μερικής απασχόλησης. Όλα είναι σημαντικά για την καλή κατάσταση των εργαζομένων και την συνακόλουθη βελτίωση των υπηρεσιών που παρέχονται στους εξυπηρετούμενους.
Τίποτε από αυτά επίσης δεν μπορεί να εξαλείψει τα προβλήματα ως προς την ταυτότητα και τον σχεδιασμό πολιτικής που αντιμετωπίζουμε ως Οργανισμός. Μπορούν όμως όλα αυτά να βελτιώσουν την πολιτική προσωπικού του Οργανισμού. Τα σημεία όμως που αφορούν στο δευτεροβάθμιο όργανο, το σύστημα επιλογής προϊσταμένων και το σύστημα αξιολόγησης, πέραν των άλλων, αποτελούν διαρκή έκθεση του Οργανισμού μέχρι να λυθούν.
Σας καλούμε να ενισχύουμε μαζικά τις αποφάσεις του Συλλόγου Εργαζομένων και να βγούμε από τη συμμόρφωση της απάθειας. Είναι προϋπόθεση δημοκρατίας και υπεύθυνης συμμετοχής.
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΣ, Αθήνα 28 Ιανουαρίου 2019